- μπόξερ
- boxer
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
μποξέρ — (boxer). Σκύλος γερμανικής καταγωγής διαδεδομένος παντού, με χαρακτηριστικό κεφάλι, εξαιτίας του έντονα βραχύγναθου ρύγχους του. Έχει μέσο μέγεθος, ισχυρό μυϊκό σύστημα και οστά, αλλά παρόλα αυτά οι γραμμές του είναι εξαιρετικά κομψές. Πολύ… … Dictionary of Greek
μπόξερ — (boxer). Σκύλος γερμανικής καταγωγής διαδεδομένος παντού, με χαρακτηριστικό κεφάλι, εξαιτίας του έντονα βραχύγναθου ρύγχους του. Έχει μέσο μέγεθος, ισχυρό μυϊκό σύστημα και οστά, αλλά παρόλα αυτά οι γραμμές του είναι εξαιρετικά κομψές. Πολύ… … Dictionary of Greek
μποξέρ — ο άκλ. (λ. αγγλ.), ο πυγμάχος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
σκύλος — Δακτυλοβάμον θηλαστικό της οικογένειας των Κυνιδών, της τάξης των σαρκοφάγων. Ανάλογα με τις ράτσες, ο κατοικίδιος σ. (Canis familiaris) έχει σχήμα και όψεις αξιοσημείωτα διαφορετικές· οι διαστάσεις του μπορούν να ποικίλλουν από πάνω από 90 εκ.… … Dictionary of Greek
Άλι, Μοχάμετ — (Muhammad Ali, Λούισβιλ, Κεντάκι, ΗΠΑ 1942 –). Αμερικανός πυγμάχος, ηγετική μορφή των αφροαμερικανών στις ΗΠΑ. Βαφτίστηκε χριστιανός με το όνομα Κάσιους Κλέι (Cassius Marcellus Clay) και ασχολήθηκε από μικρός με την πυγμαχία ως μοναδικό μέσο… … Dictionary of Greek
Βεντούρα, Λίνο — (Lino Ventura, Πάρμα 1919 – Σεν Κλάουντ 1987). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ιταλού ηθοποιού Λίνο Μπορίνι. Δημοφιλής σταρ του κινηματογράφου στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, ειδικεύτηκε στις περιπέτειες στις οποίες δημιουργούσε πάντα ένα… … Dictionary of Greek
Νίσον, Λίαμ — (Liam Neeson, Βόρειος Ιρλανδία 1952 –). Ιρλανδός ηθοποιός. Ψηλός και από τους εκφραστικούς ηθοποιούς της γενιάς του παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής στο Μπέλφαστ και στο Δουβλίνο, ενώ παράλληλα έκανε πλήθος δουλειές, όπως μποξέρ ή οδηγός, για… … Dictionary of Greek